Σάμπως δεν υπάρχουν δικαιολογίες κι ελαφρυντικά για να μην αντικρίζει κανείς κατάματα μια πραγματικότητα που πονάει; Σάμπως δεν έχει καταπακτή η ψυχή, να χώνεις μέσα ό,τι σε πληγώνει; Κλείνεις επιμελώς και το καπάκι και πορεύεσαι… Τώρα… Αν ξεφύγει καμία δυσάρεστη οσμή από κάποια ρωγμή που έτυχε να ‘χει το καπάκι, πάλι κοιτάζεις αλλού και κάνεις πως δεν καταλαβαίνεις. Θα την έφερε απ’ έξω ο αέρας, λες. Δεν με αφορά… Όμως αυτός ο αέρας, ο “απ’ έξω”, μολύνει σιγά σιγά το περιβάλλον της ύπαρξής σου. Γίνεται μαύρος ίσκιος που σ’ ακολουθεί πιστά. Κι ας λες εσύ, σφυρίζοντας αδιάφορα, πως τάχα δεν σε αφορά.
Σ’ ένα μικρό χωριό κάπου στη νότια Κρήτη, χτισμένο κοντά στη θάλασσα, ο Δονάτος και η Δονατέλλα αποφασίζουν να ξεκινήσουν την κοινή τους ζωή και να δημιουργήσουν την οικογένεια τους. Αποκτούν δύο κόρες, την Κρινιώ και την Κασσιανή ή Κάσσω όπως τη φωνάζουν οι περισσότεροι. Τα χρόνια περνούν, η Κρινιώ γίνεται μια συνετή και συγκρατημένη κοπέλα ενώ η Κάσσω σε ένα ένα απρόβλεπτο και θυελλώδη χαρακτήρα που προσπαθεί να “σπάσει” το καθετί συμβατικό που βρίσκεται γύρω της. Όταν χάνεται το στήριγμα της οικογένειας οι τρεις τους δένονται ολοένα και περισσότερο και πρωταρχικός τους στόχος γίνεται η επιβίωσή τους.
Η Δονατέλλα θα κάνει τα πάντα για να ζήσουν οι κόρες της μια αξιοπρεπή ζωή. Η Κρινιώ θα ακολουθήσει το δρόμο της ξενιτιάς ενώ η Κάσσω θα εγκλωβιστεί σ’ ένα γάμο που ποτέ της δεν ήθελε και θα φέρει στο κόσμο μα κόρη, τη Λενιώ. Η Λενιώ θα νιώσει την αγάπη και τη στοργή του πατέρα της και θα μεγαλώσει στερημένη από την αγάπη της μητέρας της και με τον φόβο του “δράκου” να παραμονεύει.
Πως είναι άραγε το “σ’ αγαπώ”; Μπορούμε να το ζωγραφίσουμε;
Σαν… ένα λουλούδι, όπως εκείνα τα κρίνα που φυτρώνουν στ’ ακρογιάλι. Σαν ένα αστέρι φωτεινό.
Σαν ένας ήλιος;
Σαν ένας ήλιος λαμπερός που φωτίζει τις ψυχές των ανθρώπων.
Τα χρόνια περνούν, η Λενιώ θα εξελιχθεί σ’ ένα άτομο με ευγενικό και γλυκό χαρακτήρα ενώ παράλληλα θ’΄ανακαλύψει την έφεσή της στη ζωγραφική. Δυστυχώς θα την ακολουθεί για πάντα ο φόβος ότι ο “δράκος” θα της κάνει κακό, ενώ η μητέρα της θα τη θυσιάσει για να ικανοποιήσει κάθε προσωπική και εγωιστική της φιλοδοξία. Παρόλα αυτά, θα γνωρίσει τον έρωτα, τον πόνο και τη δυστυχία, θα νιώσει ότι χάνει τον εαυτό της μας στο τέλος θα βρει τον δρόμο της για την ευτυχία και την καλλιτεχνική ολοκλήρωση.
Πόση δυστυχία μπορεί ν’ αντέξει ο άνθρωπος;
Όσα κύματα μπορεί ν’ αντέξει ο γιαλός…
Και πως γίνεται αυτό; Πως μπορεί να βρει τόση αντοχή;
Μπορεί… Όταν σε κάθε κύμα που τον χτυπάει ψάχνει να βρει ένα κοχύλι για ν’ ακούσει το τραγούδι του. Όταν πιάνεται από ένα βότσαλο και χαράσσει επάνω τ’ όνομα εκείνου που αγαπά.
Κι αν… Αν… δεν αγαπάει κανέναν;
Τότε… Τότε αγριεύει η θάλασσα. Τότε τα κύματα γίνονται θεριά… Όμως… καμιά φορά, ποτέ δεν ξέρεις… Μπορεί να ρίξει κι ένα βλέμμα του ο Θεός…
Θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε το “Χαμόγελο του δράκου” ως ένα παραμύθι για ενήλικες αφού η ζωντανή και λυρική γραφή της Αλκυόνης Παπαδάκη μαγεύει και ταξιδεύει τον αναγνώστη. Τα πρόσωπα της ιστορίας είναι ολοκληρωμένα ενώ σημαντικό ρόλο στην εξέλιξή τους διαδραματίζει η μοίρα. Δίχως αμφιβολία, το “Χαμόγελο του δράκου” θα μπορούσε να είναι μια ιστορία βγαλμένη από την πραγματικότητα με τον αναγνώστη να συγκινείται με την εξέλιξη της.
Το μυθιστόρημα της Αλκυόνης Παπαδάκη “Το χαμόγελο του δράκου” κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Διόπτρα.
Ποια είναι η Αλκυόνη Παπαδάκη
Η Αλκυόνη Παπαδάκη γεννήθηκε στο Νιο Χωριό, κοντά στα Χανιά. Αφού αποφοίτησε από τη Γαλλική Σχολή, ήρθε στην Αθήνα με το όνειρο να αλλάξει τον κόσμο. Με την εμφάνισή της στη λογοτεχνία κατέκτησε το αναγνωστικό κοινό, το οποίο την ακολουθεί πιστά σε όλη τη συγγραφική πορεία της. Τα έργα της, τα οποία ανήκουν στη σύγχρονη μυθιστορία, διακρίνονται για την προσωπική, λυρική γραφή της. Μέσα στις σελίδες των βιβλίων της αναλύει, συνθέτει, αγωνίζεται, δημιουργεί, διακινδυνεύει και διδάσκει ήθος, σε μια δύσκολη εποχή που αναζητεί οδηγούς και πρότυπα ζωής. Από το 2018 τα βιβλία της κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Διόπτρα.