Ο Γιώργος Κουρόγιωργας γεννήθηκε στην Τρίπολη, σπούδασε νομική στην Αθήνα και πλέον ζει στις… Βρυξέλλες! Με αφορμή και την πρεμιέρα των Πανελλήνιων εξετάσεων – μια περίοδο άγχους αλλά και σημαντικών αποφάσεων για τους μαθητές -ζητήσαμε από τον Γιώργο να μας μιλήσει για τις αποφάσεις ζωής που τον οδήγησαν στις Βρυξέλλες, για τα μαθητικά του χρόνια αλλά και για τα όνειρα του!
Δεν θα μπορούσαμε να μην αναζητήσουμε τις καλύτερες συμβουλές από ένα νέο άνθρωπο που πέρασε από τη διαδικασία των πανελληνίων, έβαλε στόχους, κυνήγησε τα όνειρα του και πλέον μέρα με τη μέρα βάζει τον πήχη ακόμα πιο ψηλά (όντας και τελειομανής άλλωστε).
Στην Ελλάδα της κρίσης και της απαισιοδοξίας ο Γιώργος αποτελεί ένα τρανταχτό παράδειγμα που επιβεβαιώνει πλήρως τη φράση… “ο τολμών νικά”! Με σκληρή δουλειά και αφοσίωση σε αυτό που τόσο αγαπά κατάφερε να ξεχωρίσει και… έπεται και συνέχεια!
Δείτε τη συνέντευξη που παραχώρησε στο pna.gr o Γιώργος Κουρόγιωργας:
– Γεννήθηκες και μεγάλωσες στην Τρίπολη. Όταν ήσουν μικρός πως φανταζόσουν τη ζωή σου; Ποια ήταν τα παιδικά σου όνειρα;
Ναι, γεννήθηκα στην Τρίπολη και μεγάλωσα στον Άγιο Βασίλειο, λίγο έξω από την Τρίπολη. Για να είμαι ειλικρινής δε θυμάμαι να έχω ποτέ πολύ συγκεκριμένα όνειρα για το μέλλον. Κάτι που ίσως αναγνωρίζω ότι έμεινε σταθερό μέσα στα χρόνια είναι ότι από μικρή ηλικία έλεγα ότι θέλω να ταξιδέψω και να ζήσω στο εξωτερικό για κάποιο διάστημα. Μεγαλώνοντας και ερχόμενος σε επαφή με διαφορετικά ερεθίσματα άρχισα να έχω πιο συγκεκριμένη στοχοθεσία.
– Σε τι ηλικία άρχισες να κατασταλάζεις για το τι ήθελες να κάνεις στη ζωή σου; Υπήρξαν κάποιοι άνθρωποι (γονείς, συγγενείς, καθηγητές κτλ.) που σε βοήθησαν να βρεις το δρόμο σου και να διαλέξεις την πορεία που θέλεις να ακολουθήσεις;
Μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι ακόμα και σήμερα δεν έχω κατασταλάξει απολύτως στο τι θέλω να κάνω! Προτιμώ να αξιολογώ και να αξιοποιώ τις ευκαιρίες που μου δίνονται και να πορεύομαι έτσι από το να θέσω έναν πολύ συγκεκριμένο στόχο, κινδυνεύοντας να χάσω όλη την απόλαυση της διαδρομής μέχρι την επίτευξή του. Νομίζω ότι ο καθένας βαδίζει σε μια πορεία και διαμορφώνει τη συνέχεια της ανάλογα με τις ευκαιρίες που προκύπτουν, αλλά η ατομική προσπάθεια είναι καθοριστική για τη δημιουργία περαιτέρω ευκαιριών εξέλιξης.
Βέβαια, αναγνωρίζω ότι υπήρξα αρκετά προνομιούχος, ώστε, παρά τις μεγάλες δυσκολίες, οι ατομικές μου προσπάθειες να πιάσουν τόπο, κάτι για το οποίο νιώθω τυχερός και ευγνώμων. Θα ήταν αλαζονικό να μην αντιλαμβάνομαι το ότι, δυστυχώς, με την ίδια προσπάθεια δε θα είχα διανύσει την ίδια απόσταση, θα είχα περισσότερα εμπόδια να ξεπεράσω και δε θα είχα τις ίδιες ευκαιρίες αν προερχόμουν από ένα λιγότερο προνομιούχο περιβάλλον, όπως για παράδειγμα, αν ήμουν μετανάστης, άτομο με αναπηρίες, ένα θηλυπρεπές αγόρι ή κοπέλα μεγαλωμένη σε ένα συντηρητικό περιβάλλον.
Ένα από τα προνόμια που θεωρώ ότι είχα είναι ότι είχα δίπλα μου ανθρώπους που εκτίμησαν την προσπάθεια μου και θέλησαν να με στηρίξουν. Φυσικά οι γονείς και οι αδελφές μου, αλλά και μερικοί συγγενείς πέρα από το στενό κύκλο της οικογένειας, όπως η θεία Ευσταθία και η θεία Λίτσα, πίστεψαν σε εμένα πολλές φορές περισσότερο από όσο πίστεψα ο ίδιος στον εαυτό μου και με στήριξαν χωρίς μέτρο, έχοντας μου απόλυτη εμπιστοσύνη. Έχω ευγνωμοσύνη, όμως, και για άλλους ανθρώπους με τους οποίους διαμορφώσαμε δρόμους από κοινού, ανεξάρτητα από το αν στη συνέχεια οι πορείες μας διαχωρίστηκαν. Θεωρώ ότι η πορεία που έχω ακολουθήσει θα ήταν διαφορετική αν, για παράδειγμα, δεν είχα την τύχη να γίνω μέλος της χορωδίας ”Ορφέας Τρίπολης” από πολύ μικρή ηλικία και να περάσω όλα τα σχολικά μου χρόνια όντας μέλος αυτής της δεύτερης οικογένειας μου, μητέρα της οποίας ήταν η μαέστρος μου, Χριστίνα Αθανασοπούλου. Επίσης, οι καθηγήτριες μου στη Δευτέρα και Τρίτη Λυκείου, Αντωνία Μπαντούνα, Βασιλική Ανάγνου και Ιφιγένεια Μποσμή, και οι συμμαθήτριες μου, Κωνσταντίνα και Γιώτα Κωνσταντίνου, με δίδαξαν πράγματα πέρα από την ύλη για τις πανελλήνιες που τα θεωρώ ακόμα μαθήματα ζωής. Τέλος, νομίζω ότι χρωστάω πολλά στους δασκάλους μου στο δεύτερο δημοτικό σχολείο Τρίπολης και τους καθηγητές μου στο Τρίτο Γυμνάσιο και Λύκειο Τρίπολης.
– Συμπληρώνοντας το μηχανογραφικό σου είχες ξεκάθαρο στο μυαλό σου το τι επάγγελμα θέλεις να ακολουθήσεις; Υπήρξαν παράγοντες (οικονομικοί, γνώμη άλλων, επαγγελματική αποκατάσταση) που σε επηρέασαν στην επιλογή σου;
Όταν συμπλήρωνα το βιογραφικό μου δεν είχα καμιά αμφιβολία ότι θέλω να σπουδάσω στη νομική και οι τρεις νομικές ήταν οι μόνες σχολές που επέλεξα, αν θυμάμαι σωστά. Από μικρός είχα έντονο το αίσθημα του δικαίου, ενώ γνωστοί μου είχαν δώσει παρατσούκλια όπως ‘’εισαγγελέας’’ και ‘’δίκαιος Σολομώντας’’. Μπαίνοντας στη νομική άρχισα να συνειδητοποιώ ότι ήταν μια μάλλον χαζή απόφαση. Είναι μια δύσκολη σχολή και με περιορισμένες προοπτικές επαγγελματικής αποκατάστασης πλέον (η Ελλάδα είναι η χώρα με τη μεγαλύτερη αναλογία δικηγόρων ανά κατοίκους στην Ευρώπη). Την ημέρα των εγγραφών συνάντησα τη μητέρα μιας συμφοιτήτριας, η οποία έμεινε έκπληκτη όταν της είπα ότι δεν προέρχομαι από οικογένεια δικηγόρων, εκφράζοντας τις αμφιβολίες της για το επαγγελματικό μέλλον κάποιου το οποίου οι γονείς του είναι εκτός κλάδου. Αυτή η συναναστροφή με πείσμωσε, δίνοντας μου το κουράγιο να ολοκληρώσω τη σχολή, ενώ η αγάπη μου για τη νομική επιστήμη με έκανε να συνεχίσω αποκτώντας περεταίρω εξειδίκευση και εμπειρία.
Τέλος, για να είμαι απολύτως ειλικρινής, νομίζω ότι πιθανότατα η επιλογή μου επηρεάστηκε υποσυνείδητα και από την κοινωνία. Έχω βιώσει την πίεση της κοινωνίας προς τους ‘’καλούς’’ μαθητές να σπουδάσουν σε σχολές ‘’κύρους’’, όπως η νομική και η ιατρική, και φοβάμαι ότι αν δεν είχα ο ίδιος την τάση και την επιθυμία να ακολουθήσω τη νομική επιστήμη, θα είχα καταλήξει στην ίδια επιλογή, χωρίς ωστόσο αυτή η επιλογή να είναι δική μου πλήρως και να με ικανοποιεί. Ελπίζω αυτή η κοινωνική αντίληψη να εξαλειφθεί άμεσα, γιατί είναι πιεστική για τους μαθητές και τους οδηγεί σε λανθασμένες επιλογές, με αποτέλεσμα να μην αγαπούν το αντικείμενό των σπουδών τους και την επιστήμη τους, ενώ δημιουργεί κορεσμένους κλάδους και έλλειψη σε επαγγελματίες άλλων χρήσιμων κλάδων.
-Τι θα συμβούλευες τα παιδιά σήμερα που είτε μπαίνουν στο Λύκειο είτε βρίσκονται στην τελευταία τάξη και έχουν μπερδευτεί με το τι θέλουν να ακολουθήσουν;
Η πρώτη μου συμβουλή θα ήταν να μην ακούνε τις συμβουλές αγνώστων, παρά μόνο τις συμβουλές των ανθρώπων που γνωρίζουν και εκτιμούν! Έχοντας καταστήσει αυτό σαφές, θεωρώ ότι μια χρήσιμη συμβουλή με βάση τις έως τώρα εμπειρίες μου είναι ότι, αν χαρακτηρίζει κάτι τη ζωή, αυτό είναι η διαρκής ανάγκη να κάνουμε επιλογές. Το αντικείμενο των σπουδών είναι μάλλον μια από τις πρώτες επιλογές που καλείται κάποιο άτομο να κάνει το ίδιο για τη ζωή του, αλλά σίγουρα μια από τις πάρα πολλές που θα ακολουθήσουν. Ακόμα και αν τα πράγματα δεν πάνε καλά στις εξετάσεις με βάση τις αρχικές του προσδοκίες και ο μαθητής νιώσει ότι οι επιλογές του περιορίζονται, αυτό δε σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι τελείωσαν οι επιλογές και ότι όλα στο εξής είναι προδιαγεγραμμένα. Το ίδιο ισχύει ακόμα και αν τα πράγματα πάνε καλά.
Όσον αφορά την κατάλληλη επιλογή σχολής, νομίζω ότι το μπέρδεμα είναι αναμενόμενο και οι αμφιβολίες δεδομένες. Δεν υπάρχει, όμως, μεγαλύτερη ευτυχία από το να μπορείς να κάνεις ο ίδιος τις επιλογές για τη ζωή σου. Επομένως, η συμβουλή μου θα ήταν να καταλήξουν στην επιλογή τους με ατομικά κριτήρια με όσο το δυνατόν λιγότερη επιρροή από κοινωνικές προσδοκίες.
Τέλος, δεδομένου ότι ψηφιακή εποχή αλλάζει ριζικά τα πάντα, ανάμεσα στα οποία και την αγορά εργασίας και την οικονομία, δημιουργώντας πολλά νέα επαγγέλματα με πολύ καλές προοπτικές, αξίζει μια αναζήτηση στο διαδίκτυο πριν την οριστικοποίηση του μηχανογραφικού για επαγγέλματα και εξειδικεύσεις που δεν υπάρχουν στις παραδοσιακές λίστες επαγγελμάτων. Σε κάθε περίπτωση οι μαθητές πρέπει να είναι σίγουροι ότι δεν υπάρχει σωστή και λάθος επιλογή. Ό,τι και να επιλέξουν, να είναι σίγουροι ότι μεγαλύτερη σημασία έχουν οι επιλογές που θα ακολουθήσουν.
– Τώρα πλέον ζεις στις Βρυξέλλες. Πως άνοιξε η “πόρτα” για να βρεθείς στο εξωτερικό; Ήταν μια εύκολη απόφαση;
Γυρίζοντας το Φλεβάρη του 2012 στην Ελλάδα, έχοντας ζήσει για έξι μήνες στη Βιέννη συμμετέχοντας στο πρόγραμμα ανταλλαγής φοιτητών Erasmus, ήμουν σίγουρος ότι θέλω κάποια στιγμή να ζήσω στο εξωτερικό ξανά.
Ολοκληρώνοντας ένα μεταπτυχιακό στην Αθήνα με θέμα το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, θέλησα να αποκτήσω περαιτέρω εξειδίκευση στο δίκαιο της πληροφορικής και τότε συνειδητοποίησα ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή για να φύγω πάλι στο εξωτερικό. Αφορμή για τη μετακόμιση μου στις Βρυξέλλες ήταν η αποδοχή μου από το πανεπιστήμιο KU Leuven στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα με θέμα το δίκαιο πνευματικής ιδιοκτησίας και το δίκαιο τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας. Παρόλα αυτά, μια σχετικά εύκολη απόφαση ήταν αρκετά δύσκολη στην υλοποίησή της και νομίζω δε θα τα είχα καταφέρει χωρίς τη στήριξη και τις θυσίες της οικογένειας μου.
-Πόσο διαφορετική είναι η ζωή και κυρίως η ψυχολογία σου τώρα που ζεις μακριά από την Ελλάδα;
Δε νομίζω ότι η ζωή στις Βρυξέλλες είναι πολύ διαφορετική από τη ζωή στην Αθήνα. Φυσικά το ξεκίνημα από το μηδέν σε έναν ξένο τόπο σε ξεβολεύει λίγο από την ασφάλεια και την ευκολία της καθημερινότητας που είχες διαμορφώσει πριν, αλλά παράλληλα σε κάνει πιο δημιουργικό και δραστήριο. Εντούτοις, δουλεύοντας κατά τη διάρκεια της ημέρας και πηγαίνοντας στη σχολή το απόγευμα, νομίζω ότι δεν έχω και το χρόνο να συνειδητοποιήσω ότι βρίσκομαι σε διαφορετικό μέρος και να παρατηρήσω της διακυμάνσεις στη ψυχολογία μου!
– Πες μας με δυο λόγια με τι ασχολείσαι εκεί;
Όπως είπα νωρίτερα, η κύρια ασχολία μου στις Βρυξέλλες αυτό το χρόνο είναι οι σπουδές μου. Παράλληλα, κάνω μια πρακτική στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για λίγους μήνες, προκειμένου να αποκτήσω περεταίρω εξειδίκευση στο αντικείμενό των σπουδών μου. Συγκεκριμένα, εργάζομαι στη Γενική Διεύθυνση Επικοινωνιακών Δικτύων, Περιεχομένου και Τεχνολογιών, η οποία εστιάζει στην αξιοποίηση της ψηφιακής εποχής για τη δημιουργία μιας ενιαίας ψηφιακής αγοράς. Στόχος είναι μέσω της καινοτομίας και των επενδύσεων να δημιουργηθούν περισσότερες υπηρεσίες για τους Ευρωπαίους πολίτες, καλύτερης ποιότητας και χαμηλότερου κόστους. Το αντικείμενο στο οποίο εστιάζω κυρίως είναι η ελευθερία και η πολυφωνία των μέσων ενημέρωσης. Από Σεπτέμβρη θα ξεκινήσω να δουλεύω κανονικά πάνω στο αντικείμενο μου στον ιδιωτικό τομέα.
– Πιστεύεις πως υπάρχει μέλλον για ένα φιλόδοξο, πολλά υποσχόμενο και με μεγάλες δυνατότητες παιδί εδώ στην Ελλάδα ή πως η μόνη διέξοδος είναι το εξωτερικό;
Πολλοί θεωρούν ότι, δεδομένης της κατάστασης στην Ελλάδα, το εξωτερικό αποτελεί τη μόνη δίοδο. Ζώντας στο εξωτερικό συνειδητοποίησα ότι και εδώ τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα, ο ανταγωνισμός έντονος και αν κάποιος δεν έχει το ‘’μικρόβιο’’ να ζήσει στο εξωτερικό θα δυσκολευτεί πολύ να ενσωματωθεί και να είναι ικανοποιημένος με τη διαμονή του εκτός Ελλάδας. Σίγουρα η κατάσταση είναι εξαιρετικά δύσκολη στην Ελλάδα και συνήθως ο κόπος, οι ικανότητες και η εμπειρία δεν ανταμείβονται όσο θα έπρεπε. Η επιλογή, όμως, πρέπει να είναι ατομική και σίγουρα η οικονομική αποκατάσταση δεν πρέπει να είναι το μόνο κριτήριο για αποφασίσει κάποιος την αναζήτηση ευκαιριών στο εξωτερικό.
Τέλος, παρατηρώ πως παρά την άσχημη κατάσταση υπάρχουν μεγάλα αποθέματα δημιουργικότητας στη χώρα. Γνωρίζω νέους ανθρώπους στην Ελλάδα που διοχέτευσαν τη δημιουργικότητα και την εργατικότητα τους στο να καινοτομήσουν, καταφέρνοντας να δημιουργήσουν πετυχημένες υπηρεσίες και προϊόντα. Για παράδειγμα, έχω προσωπική εμπειρία από το Lawspot.gr, του οποίου οι ιδρυτές, παρά τις σπουδές τους και τις προτάσεις που είχαν στο εξωτερικό, γύρισαν στην Ελλάδα και αξιοποίησαν τις γνώσεις τους και την εμπειρία τους προκειμένου να δημιουργήσουν την πρώτη ανοιχτή διαδικτυακή πλατφόρμα νομικής πληροφόρησης στην Ελλάδα, προσπαθώντας να αντιμετωπίσουν την αδιαφάνεια και την γραφειοκρατία. Στόχος τους ήταν να δώσουν πρόσβαση στη νομοθεσία σε όλους και να εξηγήσουν νομικά ζητήματα της καθημερινότητας με απλά διατυπωμένες πληροφορίες, δίνοντας παράλληλα στο χρήστη τη δυνατότητα εύρεσης εξειδικευμένων δικηγόρων. Νομίζω ότι η απόφασή τους, αν κρίνω από την επισκεψιμότητα και την απήχηση της σελίδας, τους δικαίωσε.
– Ποια είναι η γενικότερη αντίληψη που επικρατεί εκεί για τους Έλληνες και την γενικότερη κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα μας;
Αυτή είναι μια δύσκολη ερώτηση. Γενικά, όπως δεν υπάρχει κάτι που να χαρακτηρίζει όλους τους Έλληνες, έτσι δε μπορώ να πω ότι έχω παρατηρήσει μια ενιαία στάση των μη Ελλήνων για τη χώρα μας. Οι Βρυξέλλες είναι μια πόλη που μαζεύει κόσμο από όλες τις πλευρές του πλανήτη, επομένως κάποιος μπορεί να συναντήσει εδώ ανθρώπους με πολύ διαφορετικές αντιλήψεις. Έχω μιλήσει με ανθρώπους που έχουν στάση αλληλεγγύης απέναντι στην Ελλάδα και ανθρώπους που θεωρούν ότι η μεγάλη οικονομική βοήθεια των χωρών τους προς τη χώρα μας δεν επέφερε τα αναμενόμενα αποτελέσματα και μεταρρυθμίσεις. Έχω συναντήσει ανθρώπους που υποστηρίζουν ότι δε νοείται Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς ανάπτυξη και καλή ποιότητα ζωής για όλους και άλλους που υποστηρίζουν ότι όλοι οι Έλληνες είναι τεμπέληδες και ευθύνονται αποκλειστικά για την οικονομική κρίση. Αντίστοιχα, όμως, έχω γνωρίσει και στην Ελλάδα ανθρώπους που υποστηρίζουν εντελώς διαφορετικές απόψεις. Αυτό που θέλω να τονίσω, δηλαδή, είναι ότι δεν ισχύει το ‘’εμείς’’ και οι ‘’άλλοι’’. Όπως ο ελληνικός πληθυσμός δεν είναι ομοιογενής, έτσι και οι άλλες χώρες χαρακτηρίζονται από πλουραλισμό απόψεων.
– Έχεις σκεφτεί αν θέλεις να μείνει για πολλά ακόμα χρόνια εκεί ή γενικότερα στο εξωτερικό ή αν θέλεις να επιστρέψεις στην Ελλάδα;
Θα ήθελα σίγουρα να ζήσω για μερικά ακόμα χρόνια στο εξωτερικό. Μου αρέσει να ζω σε διαφορετικά μέρη και να γνωρίζω διαφορετικές κουλτούρες. Βέβαια, οφείλω να παραδεχτώ ότι δε νιώθω τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες ως ‘’εξωτερικό’’. Παρά τις διαφορές τους, οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν μια κοινή κουλτούρα και νομίζω ότι ο κάθε ευρωπαίος μπορεί να νιώσει άνετα και να προσαρμοστεί γρήγορα σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή πόλη. Παράλληλα, χάρη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η μετακίνηση εντός της Ένωσης είναι πιο εύκολη και οικονομική από ποτέ, επομένως δε νιώθω ότι είμαι πιο μακριά από τους γονείς μου στην Τρίπολη από όσο θα ένιωθα αν ζούσα σε μια απομακρυσμένη ελληνική πόλη ή σε ένα νησί. Βέβαια, οι άνθρωποι είναι αυτοί που καθορίζουν τις επιλογές μας και όχι τα μέρη. Νομίζω ότι από ένα σημείο και μετά δε θα μου αρκεί να βλέπω την οικογένεια μου μόνο δύο-τρεις φορές το χρόνο, ενώ και οι ανάγκες της οικογένειας μου μπορεί να καταστήσουν επιτακτική της επιστροφή μου στην Ελλάδα.
Από την άλλη, πιστεύω ότι κάποια στιγμή θα νιώσω ο ίδιος την ανάγκη να γυρίσω στην Ελλάδα. Υπάρχουν συνθήκες που νιώθω ότι με καλούν να είμαι ενεργός πολίτης και η διαμονή μου στο εξωτερικό με κάνει πολλές φορές να νιώθω ότι δε μπορώ να συμβάλλω όσο θα ήθελα σε σκοπούς που θεωρώ σημαντικούς. Δεν αναφέρομαι μόνο στην οικονομική κρίση φυσικά, παρόλο που έχοντας επωφεληθεί από τη δωρεάν δημόσια παιδεία θα ήθελα να ανταποδώσω κάποια στιγμή στην πατρίδα μου ό,τι μπορώ. Αλλά αυτό μπορεί να γίνει και στο μέλλον. Αντιθέτως, νιώθω ότι η κοινωνική κρίση καθιστά επιτακτική την άμεση συνδρομή όλων των πολιτών που πιστεύουν στη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Με αγχώνει το γεγονός ότι ακραίες και αντιδημοκρατικές φωνές κάνουν τόσο θόρυβο. Με στεναχωρεί ότι τόσο εύκολα η κοινωνία μας ξεχνά τα ιδεώδη της και τις αρχές της και φτάνει στο σημείο να χάνει κάθε σεβασμό προς τον άνθρωπο. Και πεισμώνω όταν βλέπω θεσμικούς φορείς να ξεχνούν το ρόλο τους ως προστάτες όλων των πολιτών. Ο ρατσισμός, η μισαλλοδοξία και η απανθρωπιά αποκτούν ισχύ σε εθνικό επίπεδο γενικότερα, αλλά και σε τοπικό επίπεδο, ειδικότερα, απ’ ό,τι παρατηρώ στα τοπικά μέσα ενημέρωσης. Αυτή η κατάσταση με απογοητεύει και με κάνει να θέλω να υψώσω τη φωνή μου μαζί με τη φωνή ανθρώπων με τους οποίους μοιράζομαι τις ίδιες αξίες απέναντι στο σκοταδισμό και το μίσος.
– Ποιο είναι το πιο σημαντικό εφόδιο, η πιο σπουδαία εμπειρία που έχεις αποκομίσει μέχρι στιγμής από την παραμονή σου εκεί;
Είναι ακόμα αρκετά νωρίς για να κάνω απολογισμό αυτής της εμπειρίας. Σίγουρα, ένα σημαντικό κομμάτι της είναι η συνειδητοποίηση της σταθερότητας των σχέσεων που έχει αναπτύξει κανείς πίσω στο ‘’σπίτι’’. Ζώντας ήδη για 10 μήνες στις Βρυξέλλες με χαροποιεί που δεν έχω χάσει την επικοινωνία με τους στενούς μου φίλους και την οικογένεια μου στην Ελλάδα. Μιλάμε τακτικά ενώ κάθε φορά που έρχομαι στην Ελλάδα θέλω να συναντήσω όσο το δυνατόν περισσότερους φίλους μέσα σε λίγες μέρες. Είναι πολύ ευχάριστο να νιώθεις ότι παρά την απόσταση και τις αλλαγές στην καθημερινότητα που επιφέρει μια τέτοια αλλαγή, υπάρχουν ορισμένα πράγματα που παραμένουν σταθερά.
Πέρα από την παραπάνω συνειδητοποίηση, νομίζω ότι ένα μάθημα ζωής το πήρα μέσα από τη διαδικασία αναζήτησης εργασίας εδώ. Αναζητώντας δουλειά για το Σεπτέμβρη για ένα αρκετά μεγάλο διάστημα συνειδητοποίησα κάτι που με συγκίνησε και με εκνεύρισε ταυτόχρονα. Είμαι νόμιμα εδώ και αυτό οφείλεται αποκλειστικά στο γεγονός ότι μερικές χώρες αποφάσισαν να σχηματίσουν μια Ένωση και να επιτρέψουν την ελεύθερη κυκλοφορία εντός των συνόρων της. Αν είχα γεννηθεί λίγα χιλιόμετρα παραπέρα μπορεί να μην είχα αυτή τη δυνατότητα και μερικοί να με αποκαλούσαν ‘’λαθρομετανάστη’’. Παράλληλα, μιλάω τη γλώσσα και έχω καλές σπουδές. Εντούτοις, το να βρω δουλειά ήταν μια εξαιρετικά περίπλοκη, χρονοβόρα και ψυχοφθόρα διαδικασία. Ο ανταγωνισμός είναι έντονος και οι απαιτήσεις υψηλές. Σκέφτηκα λοιπόν πως αν αυτή η διαδικασία ήταν για μένα τόσο δύσκολη που είχα τις παραπάνω ευκολίες, θα πρέπει να ήταν εκατό φορές χειρότερη για έναν πρόσφυγα ή έναν μετανάστη που αναζητά μια καλύτερη ζωή στην Ευρώπη, αλλά έτυχε να γεννηθεί μερικά χιλιόμετρα έχω από αυτή. Εκνευρίζομαι πολύ πλέον όταν ακούω ανθρώπους να απειλούνται από τον ερχομό ξένων ανθρώπων στον τόπο μας αναζητώντας ασφάλεια και μια καλύτερη ζωή, όπως κάναμε και πολλοί Έλληνες την περίοδο της κρίσης. Δείχνω μηδενική ανοχή σε ρατσιστικές απόψεις, που πιστεύουν ότι ένας άνθρωπος που δε μιλάει τη γλώσσα, έχει περάσει τόσες δυσκολίες και βρίσκεται παράνομα στη χώρα μας αντιμετωπίζοντας τόσους κινδύνους έχει καλύτερη ποιότητα ζωής και περισσότερες προοπτικές να μας ‘’πάρει τις δουλειές’’.
Ειδικά στην Ελλάδα, που βιώνουμε μια έντονη κρίση και βλέπουμε συνανθρώπους μας να αναγκάζονται να φύγουν στο εξωτερικό για να αναζητήσουν καλύτερες προοπτικές, θα έπρεπε να δείχνουμε περισσότερη κατανόηση και αλληλεγγύη προς αυτούς τους ανθρώπους και να αναγνωρίζουμε το ότι παρά τις δικές μας δυσκολίες αυτοί οι άνθρωποι είναι σε χειρότερη θέση από εμάς και χρειάζονται τη βοήθειά μας και τη φιλοξενία μας.
– Ποια είναι η εικόνα που έχεις εσύ για την κατάσταση που βιώνει τα τελευταία χρόνια η χώρα μας – στον κυκεώνα της κρίσης – βλέποντας τα πράγματα και από μια άλλη ματιά πλέον;
Νομίζω η αντίληψη μου για τα πράγματα δεν έχει αλλάξει σημαντικά κατά τη διάρκεια της διαμονής μου στο εξωτερικό. Εξακολουθώ να πιστεύω ότι αιτία της κατάστασης στην οποία βρίσκεται η Ελλάδα δεν είναι μια διεθνής συνομωσία εναντίον μας, αλλά οι δεκαετίες διαφθοράς, σπατάλης δημοσίου χρήματος και έλλειψης μέτρου, πολιτικού οράματος και σεβασμού στις επόμενες γενιές. Από την άλλη θεωρώ ότι αυστηρή λιτότητα που επιβλήθηκε στην Ελλάδα δεν επέφερε τα αναμενόμενα αποτελέσματα και επιδείνωσε μάλλον την κατάσταση. Σε κάθε περίπτωση, δε με απασχολεί τόσο η αιτία της κρίσης αλλά η αντιμετώπιση της και αποφεύγω να εμπλέκομαι σε ‘’καφενιακές αναλύσεις’’ του φαινομένου, γνωρίζοντας ότι τα πράγματα είναι αρκετά περίπλοκα για να μπορώ να υποστηρίζω την άποψη μου με απόλυτη βεβαιότητα, έχοντας την ψευδαίσθηση ότι γνωρίζω την πλήρη αλήθεια.
Δε γνωρίζω ποιο θα είναι το μέλλον της Ελλάδας, αλλά παραμένω αισιόδοξος. Όπως είπα νωρίτερα, όμως, με φοβίζει το πρόσωπο που έχει αρχίζει να εμφανίζει μέρος της κοινωνίας μας. Δε νομίζω ότι το μίσος, η απανθρωπιά, ο κακός μας εαυτός μπορεί να αποτελέσει λύση για οποιοδήποτε πρόβλημα.
Στις Βρυξέλλες είχα την ευκαιρία να αποκτήσω μια πολύ καλή φίλη από την Πορτογαλία. Μου εξηγεί ότι και στη χώρα της η κρίση είχε πολύ άσχημες επιπτώσεις, κατάφεραν όμως να τις ξεπεράσουν εστιάζοντας στην επίλυση του προβλήματος αντί στην αναζήτηση των αιτιών τους, στη δημιουργία θεωριών συνωμοσίας, στον εντοπισμό ‘’ εχθρών’’ και στην επίρριψη ευθυνών στους άλλους.
Νομίζω ότι ακόμα και αν δεν ευθυνόμαστε εμείς για το πρόβλημα, είναι δική μας ευθύνη να το λύσουμε. Και κανένα πρόβλημα δε λύθηκε με τη δημιουργία περισσότερων προβλημάτων.